Τουρκοσυριακό μνημόνιο και δημιουργία ΑΟΖ έχουν στα σκαριά οι Τούρκοι.
Η προσπάθεια της Τουρκίας για υπογραφή Τουρκοσυριακού μνημονίου
Η συμφωνία θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση των εντάσεων και στην ενίσχυση της συνεργασίας Τουρκίας-Συρίας. Ωστόσο, λόγω του παρατεταμένου πολέμου στη Συρία και της εμπλοκής πολλών διεθνών παραγόντων, η εφαρμογή της δεν είναι απλή.
Κράτη με συμφέροντα στην περιοχή (π.χ., ΗΠΑ, Ρωσία, ΕΕ) πιθανώς να αντιδράσουν ή να επιχειρήσουν να επηρεάσουν τη συμφωνία, ιδιαίτερα αν αυτή περιλαμβάνει ευαίσθητες ζώνες με ενεργειακό ή στρατηγικό ενδιαφέρον.
Εάν η συμφωνία αφορά Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ), μπορεί να αλλάξει τους ισχύοντες ενεργειακούς χάρτες στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς και να δημιουργήσει νέα δεδομένα για την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων.
Το σημερινό καθεστώς της Συρίας, δεν έχει πλήρη διεθνή νομιμοποίηση, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αμφισβήτηση της συμφωνίας.
Η Συρία, λόγω πολέμου, χρειάζεται εκτεταμένη ανακατασκευή δικτύων μεταφορών και επικοινωνιών. Η Τουρκία ενδέχεται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο μέσω επενδύσεων ή κατασκευαστικών συμφωνιών.
Η δημιουργία νέων εμπορικών διαδρόμων μεταξύ των δύο χωρών μπορεί να ενισχύσει την οικονομική συνεργασία, προσφέροντας πλεονεκτήματα και στις δύο πλευρές.
Η Ελλάδα και η Κύπρος παρακολουθούν στενά τέτοιες εξελίξεις, καθώς η οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών στην Ανατολική Μεσόγειο είναι στενά συνδεδεμένη με τα εθνικά μας συμφέροντα.
Η πιθανή συμφωνία αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου της Τουρκίας για ενίσχυση της περιφερειακής της επιρροής. Οι εξελίξεις απαιτούν προσοχή, καθώς η οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών συνδέεται με ευρύτερα γεωπολιτικά και ενεργειακά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η ανακοίνωση για πιθανή συμφωνία οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών μεταξύ Τουρκίας και Συρίας, σε συνδυασμό με τη δήλωση του Προέδρου Ερντογάν για την έναρξη «νέας εποχής» στη Συρία, φέρνει σημαντικές γεωπολιτικές, νομικές και οικονομικές επιπτώσεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
«Τουρκική διαδρομή για το ρωσικό αέριο»
Ενισχύεται το ενδεχόμενο η συμφωνία για τη μεταφορά ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη μέσω Ουκρανίας να λήξει στις 31 Δεκεμβρίου. Η Τουρκία ξεχωρίζει στη νέα ενεργειακή εξίσωση στην περιοχή καθώς βρίσκεται στο επίκεντρο σημαντικών αγωγών όπως ο Διανατολικός Αγωγός Φυσικού Αερίου (TANAP) και ο TurkStream.
Η Τουρκία αναδεικνύεται σε κομβικό ενεργειακό παίκτη, καθώς το ενδεχόμενο διακοπής της συμφωνίας διαμετακόμισης ρωσικού φυσικού αερίου μέσω Ουκρανίας την καθιστά ελκυστική εναλλακτική για τη μεταφορά ενέργειας προς την Ευρώπη. Οι TANAP (Trans-Anatolian Natural Gas Pipeline):
Μεταφέρει φυσικό αέριο από το Αζερμπαϊτζάν μέσω Τουρκίας στην Ευρώπη, προσφέροντας διαφοροποίηση από το ρωσικό αέριο.
TurkStream:
Μεταφέρει ρωσικό αέριο μέσω της Μαύρης Θάλασσας στην Τουρκία και στη συνέχεια σε ευρωπαϊκές χώρες. Εάν η διαμετακόμιση μέσω Ουκρανίας σταματήσει, ο TurkStream γίνεται βασικός αγωγός για τη Ρωσία.
Η Ευρώπη ενδέχεται να αυξήσει την εξάρτησή της από τις ροές μέσω Τουρκίας, κάτι που θα ενισχύσει τη γεωπολιτική θέση της Άγκυρας.
Η μεταφορά μέσω εναλλακτικών διαδρομών μπορεί να είναι ακριβότερη, επηρεάζοντας τις τιμές φυσικού αερίου στην ΕΕ.
Τουρκία, παρά τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ, έχει αναπτύξει στενές ενεργειακές σχέσεις με τη Ρωσία, καθιστώντας την βασικό εταίρο σε ένα διαφοροποιημένο σύστημα ενεργειακών διαδρομών. Αντιδράσεις από τη Δύση:
Οι ΗΠΑ και η ΕΕ μπορεί να αυξήσουν την πίεση για μείωση της εξάρτησης από τη Ρωσία, ενισχύοντας παράλληλα άλλες διαδρομές και πηγές, όπως το LNG.
Η Ελλάδα αποτελεί μέρος του Νότιου Διαδρόμου Φυσικού Αερίου μέσω του TAP (Trans-Adriatic Pipeline), που συνδέεται με τον TANAP. Αυτό μπορεί να ενισχύσει τη θέση της ως περιφερειακού κόμβου, αλλά η ενίσχυση της Η Τουρκία αναδεικνύεται σε ζωτικό κόμβο για τη μεταφορά φυσικού αερίου στην Ευρώπη, αποκτώντας ισχυρότερη γεωπολιτική επιρροή. Η Ευρώπη, ωστόσο, πρέπει να ισορροπήσει ανάμεσα στη διασφάλιση ενεργειακής επάρκειας και στη μείωση της εξάρτησης από τη Ρωσία και τους ενδιάμεσους παίκτες.
Η δήλωση του υπουργού Θησαυροφυλακίου και Οικονομικών της Τουρκίας, Μεχμέτ Σιμσέκ, υπογραμμίζει την αισιοδοξία της τουρκικής κυβέρνησης για την οικονομική ανάπτυξη της χώρας, θέτοντας ως στόχο την είσοδο στις χώρες υψηλού εισοδήματος και την προσέγγιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) σε όρους κατά κεφαλήν εθνικού εισοδήματος.
Η Τουρκία διαθέτει ισχυρή βιομηχανική βάση, εξαγωγική δραστηριότητα, και γεωγραφική θέση που την καθιστούν κομβικό σημείο για εμπόριο και επενδύσεις.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, το κατά κεφαλήν εισόδημα της Τουρκίας είναι ακόμα χαμηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ, αλλά η κυβέρνηση επικεντρώνεται στη βελτίωση μέσω επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων.
Ο Σιμσέκ έχει υποστηρίξει την επιστροφή σε πιο ορθόδοξες οικονομικές πολιτικές, όπως η αντιμετώπιση του πληθωρισμού και η σταθεροποίηση της λίρας. Αυτό είναι κρίσιμο για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων.
Η Τουρκία συνεχίζει να επενδύει σε έργα μεγάλης κλίμακας, όπως υποδομές μεταφορών, ενέργειας, και τεχνολογίας, ενισχύοντας την οικονομική της δυναμική.
Ο υψηλός πληθωρισμός παραμένει σοβαρό ζήτημα για την οικονομία, επηρεάζοντας την αγοραστική δύναμη των πολιτών.
Η λίρα έχει υποστεί σημαντική υποτίμηση τα τελευταία χρόνια, προκαλώντας πίεση στις εισαγωγές και το χρέος σε ξένο νόμισμα.Οι γεωπολιτικές εντάσεις και οι εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις επηρεάζουν την εμπιστοσύνη των αγορών.
Η Τουρκία έχει εκφράσει επανειλημμένα την επιθυμία να προσεγγίσει τα πρότυπα της ΕΕ, ειδικά στον οικονομικό τομέα. Ωστόσο, πολιτικοί και θεσμικοί παράγοντες αποτελούν ακόμα εμπόδιο στην πλήρη εναρμόνιση.
Η Τουρκία έχει κάνει αίτηση για την ένταξη της στους Brics αυξάνοντας έτσι τις πιθανότητες να
Η φιλοδοξία της Τουρκίας να γίνει χώρα υψηλού εισοδήματος μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα είναι φιλόδοξη αλλά εφικτή υπό προϋποθέσεις, όπως η εφαρμογή σταθερών οικονομικών πολιτικών και η αντιμετώπιση χρόνιων προβλημάτων. Ωστόσο, οι προκλήσεις παραμένουν σημαντικές και η προσέγγιση των χωρών της ΕΕ εξαρτάται τόσο από την οικονομική ανάπτυξη όσο και από την πολιτική βούληση για μεταρρυθμίσεις.
Ο Έρντογαν δηλώνει με βεβαιότητα πως νίκης το pkk. Είναι όμως αυτό αλήεια;
\ Η δήλωση του Προέδρου Ερντογάν για το «τέλος της PKK και των παρακλαδιών της στη Συρία» εντάσσεται στο πλαίσιο της μακροχρόνιας αντιτρομοκρατικής πολιτικής της Τουρκίας, με έμφαση στη στρατιωτική πίεση και τη διπλωματική απομόνωση της οργάνωσης.
Η Τουρκία έχει εντείνει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά της PKK και του YPG (που θεωρείται παρακλάδι της PKK) στις βόρειες περιοχές της Συρίας. Οι δηλώσεις του Ερντογάν υποδηλώνουν αυξημένη αυτοπεποίθηση για την αποδυνάμωση της οργάνωσης.
Η Άγκυρα προσπαθεί να εξασφαλίσει στήριξη ή ανοχή από χώρες όπως οι ΗΠΑ και η Ρωσία, οι οποίες έχουν παρουσία στη Συρία.
Πιέσεις σε διεθνές επίπεδο:
Η Τουρκία συνεχίζει να ασκεί πίεση στις χώρες που παρέχουν υποστήριξη στο YPG, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, τονίζοντας ότι αποτελεί απειλή για την εθνική της ασφάλεια.
Η πιθανή συνεργασία με τη συριακή κυβέρνηση μπορεί να είναι στρατηγικό βήμα για την εξάλειψη της παρουσίας της PKK/YPG στα νότια σύνορα.
Η ρητορική κατά της PKK αποτελεί σημαντικό μέρος της πολιτικής του Ερντογάν, ιδιαίτερα για την ενίσχυση της στήριξης από εθνικιστικούς κύκλους.
Η παρουσία της PKK χρησιμοποιείται συχνά ως δικαιολογία για την εφαρμογή μέτρων ασφάλειας και την επέκταση των στρατιωτικών επιχειρήσεων.
Παρά τις πιέσεις, η PKK έχει δείξει ικανότητα αναπροσαρμογής και συνέχισης της δραστηριότητάς της, κυρίως σε δύσβατες περιοχές.
Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις συχνά επικρίνονται από τη διεθνή κοινότητα, ιδιαίτερα αν συνδέονται με παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οι δηλώσεις του Ερντογάν αποτελούν τόσο μήνυμα προς το εσωτερικό ακροατήριο, όσο και προειδοποίηση προς τη διεθνή κοινότητα ότι η Τουρκία θα συνεχίσει την επιθετική της πολιτική απέναντι στην PKK. Ωστόσο, η εξάλειψη της οργάνωσης εξαρτάται από παράγοντες όπως η διεθνής υποστήριξη, οι τοπικές συμμαχίες, και η ικανότητα της Τουρκίας να διαχειριστεί την αντίδραση από διεθνείς και περιφερειακούς παίκτες.
Ποιος όμως θα είναι ο ρόλος της Αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής στο Κουρδικό ζήτημα;
Είναι εξαιρετικά απίθανο ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, να στηρίξει επίσημα την PKK, καθώς η οργάνωση θεωρείται τρομοκρατική από τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Τουρκία, και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, υπάρχουν πιο περίπλοκες πτυχές στις σχέσεις των ΗΠΑ με τις κουρδικές δυνάμεις στη Συρία, που ενδέχεται να δημιουργούν παρεξηγήσεις ή εντάσεις.
o Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ειδικά κατά την περίοδο της θητείας του Τραμπ, συνεργάστηκαν με τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF), όπου κυριαρχεί το YPG, στον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους (ISIS). Παρότι η Τουρκία θεωρεί το YPG παρακλάδι της PKK, οι ΗΠΑ δεν ταυτίζουν τις δύο οργανώσεις.
o Ο Τραμπ είχε υποστηρίξει τη συνεργασία με το YPG για πρακτικούς λόγους, αλλά δεν υπήρξε επίσημη στήριξη προς την PKK.
o Το 2019, ο Τραμπ αποφάσισε την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από περιοχές στη βόρεια Συρία, αφήνοντας τους Κούρδους συμμάχους να αντιμετωπίσουν την τουρκική στρατιωτική επέμβαση. Αυτό δείχνει ότι η υποστήριξη των ΗΠΑ είχε όρια και δεν περιλάμβανε μακροχρόνια στρατηγική στήριξη.
o Αν ο Τραμπ επιστρέψει στην εξουσία, η στάση του μπορεί να εξαρτηθεί από το γεωπολιτικό περιβάλλον και τη σχέση ΗΠΑ–Τουρκίας. Πιθανή επιδείνωση των σχέσεων με την Άγκυρα ίσως οδηγήσει σε έμμεση στήριξη προς τους Κούρδους, χωρίς όμως αυτό να αφορά την PKK.
Ο Τραμπ δεν είναι πιθανό να στηρίξει την PKK, δεδομένης της επίσημης θέσης των ΗΠΑ. Ωστόσο, οι εντάσεις γύρω από τη συνεργασία των ΗΠΑ με το YPG ενδέχεται να συνεχίσουν να επηρεάζουν τη σχέση Τουρκίας–ΗΠΑ. Οι μελλοντικές κινήσεις του Τραμπ θα εξαρτηθούν από τη στρατηγική ισορροπία στην περιοχή.
Κάπου εδώ φτάσαμε στο τέλος της ενημέρωσης από την Τούρκικη ειδησεογραφία για σήμερα.
Σύντομα και πάλι κοντά σας με τις νεότερες εξελίξεις στα διεθνή θέματα παγκόσμιου Γεωπολιτικού ενδιαφέροντος.
Γεια σας αγαπητοί φίλοι και φίλες