Στην Κίνα του 21ου αιώνα, η τεχνολογία δεν είναι απλώς εργαλείο ανάπτυξης. Είναι το νέο όπλο εξουσίας. Το περίφημο σύστημα κοινωνικής πίστωσης (Social Credit System) παρουσιάστηκε πριν από χρόνια ως καινοτόμος μηχανισμός «εμπιστοσύνης» και «πειθαρχίας»· στην πραγματικότητα, εξελίχθηκε σε έναν αόρατο μηχανισμό κοινωνικού ελέγχου, που μετατρέπει τους πολίτες σε αριθμούς, και τη ζωή τους σε πίνακα επιδόσεων.
Κάθε κίνηση, κάθε αναζήτηση, κάθε συναλλαγή, κάθε λέξη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καταγράφεται. Όλα μεταφράζονται σε μια «βαθμολογία αξιοπιστίας». Αν αυτή η βαθμολογία πέσει κάτω από ένα όριο, το άτομο χάνει δικαιώματα — όχι επειδή παραβίασε νόμο, αλλά επειδή δεν συμμορφώθηκε με το πρότυπο του «καλού πολίτη» που ορίζει το κράτος.
Οι «κακοί» δεν ταξιδεύουν με αεροπλάνο ή τρένο, δεν μπορούν να στείλουν τα παιδιά τους σε καλά σχολεία, δεν εξασφαλίζουν δάνειο, δεν έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες, δεν μπορούν καν να αγοράσουν εισιτήριο κινηματογράφου. Είναι οι νέοι παρίες της κινεζικής κοινωνίας, εγκλωβισμένοι σε μια ψηφιακή απομόνωση που θυμίζει δυστοπία του Όργουελ — μόνο που αυτή η δυστοπία είναι ήδη εδώ, υπαρκτή και λειτουργική.
Από την «πειθαρχία» στην τιμωρία: το σύστημα που σε γνωρίζει καλύτερα από τον εαυτό σου
Η κυβέρνηση του Πεκίνου υποστηρίζει ότι το σύστημα Social Credit προάγει την εμπιστοσύνη, ενθαρρύνει τη συνέπεια και αποτρέπει την απάτη. Στην πράξη, όμως, πρόκειται για ένα σύστημα μαζικής παρακολούθησης, που βασίζεται στη συλλογή δεδομένων από κρατικές υπηρεσίες, τράπεζες, εταιρείες τηλεπικοινωνιών και πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης.
Η τεχνητή νοημοσύνη αξιολογεί τη συμπεριφορά του πολίτη: ποιον συναναστρέφεται, τι αγοράζει, τι αναρτά, πού κινείται. Οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί «απόκλιση» από την κρατική νόρμα, οδηγεί σε ποινή. Ακόμη και η κοινωνική συναναστροφή με άτομα χαμηλής βαθμολογίας μπορεί να «μολύνει» το δικό σου προφίλ.
Έτσι, η επιτήρηση δεν επιβάλλεται μόνο από το κράτος, αλλά εσωτερικεύεται. Ο πολίτης αρχίζει να αυτολογοκρίνεται, να παρακολουθεί ο ίδιος τον εαυτό του και τους άλλους. Η ελευθερία υποχωρεί μπροστά στην ανάγκη για κοινωνική επιβίωση.
Η ζωή υπό παρακολούθηση
Στην καθημερινή Κίνα, δεκάδες εκατομμύρια κάμερες συνδέονται με λογισμικά αναγνώρισης προσώπου. Οι πολίτες γνωρίζουν ότι κάθε τους βήμα μπορεί να καταγραφεί, κάθε τους λάθος να καταγραφεί, κάθε τους «παρασπονδία» να αναγνωριστεί.
Κάθε αστοχία —μια καθυστέρηση πληρωμής, μια «απρεπής» ανάρτηση, μια συμμετοχή σε διαμαρτυρία— μπορεί να κοστίσει την κοινωνική σου υπόσταση. Η ζωή μετατρέπεται σε μαθηματική συνάρτηση πειθαρχίας.
Και το πιο επικίνδυνο; Το σύστημα αυτό δεν χρειάζεται πλέον φυσικούς δεσμοφύλακες. Οι ίδιοι οι πολίτες παρακολουθούν, καταγγέλλουν, επιτηρούν, στο όνομα της «κοινωνικής αξιοπιστίας».
Το Social Credit δεν είναι απλώς κινεζική ιδιαιτερότητα. Είναι προειδοποίηση.
Καθώς η τεχνολογία εισχωρεί παντού —στις συναλλαγές, στη δημόσια διοίκηση, στην υγεία, στην ασφάλεια— το ενδεχόμενο μιας ψηφιακής κοινωνίας επιτήρησης δεν είναι φαντασία.
Στην Ευρώπη, ορισμένα προγράμματα ψηφιακής ταυτότητας και συστημάτων «έξυπνης» διακυβέρνησης κινούνται, έστω και ασυνείδητα, στην ίδια κατεύθυνση: καταγραφή, ταξινόμηση, αξιολόγηση συμπεριφορών.
Όταν ο πολίτης αρχίζει να «βαθμολογείται» για την υπακοή του, η δημοκρατία μετατρέπεται σε λογισμικό συμμόρφωσης.
Η ελευθερία δεν πεθαίνει με βία – πεθαίνει με ψηφιακή ησυχία
Το πιο τρομακτικό με το κινεζικό μοντέλο δεν είναι μόνο η ύπαρξή του, αλλά η αποδοχή του. Πολλοί πολίτες το θεωρούν «χρήσιμο», «αναγκαίο», «μέτρο προστασίας». Έτσι ακριβώς αρχίζει κάθε αυταρχισμός: με την ψευδαίσθηση ότι «δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε, αν δεν έχουμε κάτι να κρύψουμε».
Στην πραγματικότητα, όλοι έχουμε κάτι να υπερασπιστούμε: το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα, την ελευθερία σκέψης, τη δυνατότητα να είμαστε πολίτες – όχι δεδομένα.
Η κόλαση του Social Credit δεν είναι μακριά. Είναι μια προειδοποίηση για το πού μπορεί να οδηγήσει ο συνδυασμός τεχνολογίας και εξουσίας όταν δεν υπάρχουν θεσμικά αντίβαρα, δημοκρατικός έλεγχος και κοινωνική συνείδηση.
Η Κίνα δείχνει το μέλλον που κανείς ελεύθερος άνθρωπος δεν θα ήθελε να ζήσει.
Το ερώτημα είναι αν η υπόλοιπη ανθρωπότητα θα καταλάβει το μήνυμα εγκαίρως.