Μια βαριά σκιά πέφτει πάνω από το λιμάνι του Πειραιά. Οι τελευταίες δηλώσεις της Kimberly Guilfoyle και η αυξανόμενη πίεση της Ουάσιγκτον δείχνουν πως ο επόμενος στόχος των ΗΠΑ είναι ξεκάθαρος: η αποδυνάμωση, ακόμη και η εκδίωξη, της Cosco από τον ΟΛΠ. Και όσο το Μαξίμου τηρεί τη στάση του θεατή, ο κίνδυνος για την ελληνική οικονομία μεγαλώνει.
Το Politico αποκάλυψε ήδη ότι οι ΗΠΑ «στοχοποιούν» την κινεζική παρουσία στον Πειραιά. Η Αμερικανίδα πρέσβης μίλησε ακόμη και για «λύσεις» που περιλαμβάνουν πώληση ή αναδιάταξη του λιμανιού. Πίσω από τις προσεκτικές διατυπώσεις, όμως, κρύβεται μια ωμή πραγματικότητα: δεν πρόκειται για ανησυχία υπέρ της Ελλάδας, αλλά για μια προσπάθεια να περιοριστεί η επιρροή της Κίνας. Και αυτό γίνεται εις βάρος μας.
Η Cosco μπήκε στον Πειραιά τότε που κανείς άλλος δεν ερχόταν. Επένδυσε στην κρίση, αναβάθμισε υποδομές, αύξησε τον όγκο φορτίων, δημιούργησε χιλιάδες θέσεις εργασίας και μετέτρεψε το λιμάνι σε έναν από τους μεγαλύτερους κόμβους της Μεσογείου. Η συνεισφορά της στην ελληνική οικονομία είναι αδιαμφισβήτητη – ακόμη κι αν υπάρχουν θέματα που χρειάζονται βελτίωση.
Αν η κυβέρνηση υποκύψει στις αμερικανικές πιέσεις και επιχειρήσει να περιορίσει ή να ακυρώσει την κινεζική παρουσία στον Πειραιά, το τίμημα μπορεί να είναι καταστροφικό. Η Κίνα δεν είναι μια χώρα που αφήνει τις επενδύσεις της να απαξιωθούν αδιαμαρτύρητα. Μια τέτοια κίνηση μπορεί να επιφέρει:
• κυρώσεις σε ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Κίνα,
• πάγωμα κινεζικών επενδύσεων στην Ελλάδα,
• αποχώρηση κεφαλαίων από projects υποδομών,
• δυσμενείς ρυθμίσεις στις ελληνικές εξαγωγές,
• πλήγμα στην εικόνα της χώρας ως αξιόπιστου επενδυτικού προορισμού.
Ο Πειραιάς δεν είναι ένα απλό λιμάνι. Είναι πνευμόνας της οικονομίας. Αν χαθεί η ισορροπία που έχει χτιστεί τα τελευταία χρόνια, οι συνέπειες μπορεί να παρασύρουν ολόκληρη την αλυσίδα logistics, τα ναυτιλιακά έσοδα, τις μεταφορές, τις θέσεις εργασίας. Η ζημιά δεν θα είναι συμβολική – θα είναι χειροπιαστή, βαθιά και μακρόχρονη.
Η αμερικανική στρατηγική βασίζεται σε μια λογική επιβολής και αποκλεισμού. «Διώξτε την Κίνα, φέρτε εμάς». Μόνο που η γεωγραφία, η ιστορία και τα οικονομικά συμφέροντα της Ελλάδας δεν ταιριάζουν σε τέτοιου τύπου διλήμματα. Μια μικρή χώρα στην άκρη της Ευρώπης δεν έχει την πολυτέλεια να γίνει θύμα ξένων ανταγωνισμών ούτε να διαλύσει σχέσεις που χτίστηκαν με κόπο.
Το Μαξίμου, όμως, παρακολουθεί τις εξελίξεις χωρίς να υψώνει λόγο. Χωρίς ξεκάθαρη θέση. Χωρίς στρατηγική. Κι όσο η σιωπή συνεχίζεται, η χώρα κινδυνεύει να εγκλωβιστεί ανάμεσα σε δύο υπερδυνάμεις που παίζουν ένα παιχνίδι ισχύος, αδιάφορες για τις συνέπειες.
Η Ελλάδα πρέπει να υπερασπιστεί την κυριαρχία και τη σταθερότητα των επενδύσεών της. Ο Πειραιάς δεν μπορεί να μετατραπεί σε πολεμική ζώνη συμφερόντων άλλων. Κι αν η κυβέρνηση δεν σταθεί όρθια τώρα, κινδυνεύουμε να χάσουμε όχι μόνο ένα λιμάνι, αλλά και την αξιοπιστία μας ως χώρα που σέβεται τις συμφωνίες της.
Γιατί, στο τέλος, η σύγκρουση ΗΠΑ–Κίνας δεν θα πλήξει την Κίνα ούτε θα ισχυροποιήσει την Αμερική.
Θα χτυπήσει εμάς.