Η Ελλάδα, από ουραγός των ενεργειακών εξελίξεων, μετατρέπεται με σταθερά βήματα σε στρατηγικό κόμβο που καθορίζει τις ισορροπίες στη ΝΑ Ευρώπη και πέραν αυτής. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, από το βήμα της 6ης Υπουργικής Συνάντησης Διατλαντικής Συνεργασίας για την Ενέργεια στην Αθήνα, δήλωσε ξεκάθαρα πως η χώρα μας αποτελεί πλέον την «πύλη εισόδου» για τις ενεργειακές ανάγκες της Ευρώπης, υποκαθιστώντας το ρωσικό φυσικό αέριο.
Πίσω από τις δηλώσεις αυτές, ωστόσο, διαφαίνεται μια γεωπολιτική ανατροπή ιστορικής σημασίας. Η Ελλάδα, μέσω των νέων υποδομών υγροποιημένου φυσικού αερίου, των αγωγών και των θαλάσσιων διαύλων, δεν εξυπηρετεί πια μόνο τις δικές της ανάγκες — λειτουργεί ως ενεργειακή αρτηρία για ολόκληρη τη νοτιοδυτική Ευρώπη. Περισσότερα από 17 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου εξήχθησαν το 2024, επιβεβαιώνοντας τη νέα πραγματικότητα: η Αθήνα δεν είναι πια καταναλωτής, αλλά πάροχος σταθερότητας.
Η μεταστροφή αυτή, αν και ενισχύει τη θέση της Ελλάδας στο ευρωατλαντικό στρατόπεδο, εγκυμονεί κινδύνους. Η Μόσχα βλέπει να χάνει έδαφος στη ΝΑ Ευρώπη, σε μια περιοχή που θεωρούσε παραδοσιακά προέκταση της επιρροής της. Ο εκνευρισμός της Ρωσίας είναι διάχυτος, και οι αναλυτές προειδοποιούν ότι θα επιχειρήσει να αντιδράσει — είτε με ενεργειακές πιέσεις, είτε με κινήσεις αποσταθεροποίησης σε Βαλκάνια και Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ελλάδα, μέσα από αυτή τη νέα γεωπολιτική της αναβάθμιση, βρίσκεται σε κρίσιμο σταυροδρόμι: να αξιοποιήσει τη δύναμη της θέσης της χωρίς να γίνει πεδίο σύγκρουσης ξένων συμφερόντων. Η ενεργειακή ανεξαρτησία είναι εθνικό επίτευγμα — αλλά και ευθύνη. Γιατί κάθε πύλη, όσο κι αν οδηγεί στο φως, κρύβει και τη σκιά εκείνων που δεν θέλουν να περάσουν από αυτή.